κέας

κέας
κέᾱς , καίω
kindle
aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Κέας (Ιουλίδος), δήμος — Νέος δήμος (2.417 κάτ.) του νομού Κυκλάδων που συστάθηκε με το σχέδιο Καποδίστριας και αποτελείται από τις πρώην κοινότητες Ιουλίδος και Κορησίας, οι οποίες καταργήθηκαν. Έδρα του δήμου ορίστηκε η Ιουλίς …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο, Αρχαιολογικό Κέας — Το Αρχαιολογικό Μουσείο Κέας λειτουργεί από το 1980 στην Ιουλίδα και φιλοξενεί ευρήματα από τους σημαντικούς προϊστορικούς και ιστορικούς οικισμούς του νησιού. Το μουσείο ήταν κλειστό τα τελευταία χρόνια λόγω εργασιών συντήρησης του κτιρίου. Η… …   Dictionary of Greek

  • Στενό Κέας — Sp Kėjos sąsiauris Ap Στενό Κέας/Steno Keas L tarp Kėjos s. ir Makronisio s., Graikija …   Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė

  • Κυκλάδες — Νησιωτικό σύμπλεγμα και νομός (2.572 τ. χλμ., 112.615 κάτ.) της περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, με πρωτεύουσα την Ερμούπολη (11.799 κάτ.). Οι Κ. καταλαμβάνουν το κεντρικό και νότιο τμήμα του Αιγαίου πελάγους. Εκτείνονται με κατεύθυνση ΒΔ προς ΝΑ και… …   Dictionary of Greek

  • Δωρόθεος — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Αργείος χαλκοπλάστης (5ος αι. π.Χ.). 2. Ολύνθιος γλύπτης (1ος αι. π.Χ.). Ήταν γιος του Ηγήσανδρου. Αναφέρεται ως ο δημιουργός αγάλματος του Πομπήιου, την κατασκευή του οποίου του ανέθεσαν το 62 π.Χ. οι Μυτιληναίοι,… …   Dictionary of Greek

  • Kea (Insel) — Gemeinde Kea Δήμος Κέας (Κέα) …   Deutsch Wikipedia

  • βουρκάρι — Παράλιος οικισμός (υψόμ. 20 μ., 94 κάτ.) της Κέας (Τζια). Βρίσκεται στα βορειοδυτικά παράλια του νησιού. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Κέας (Ιουλίδος) του νομού Κυκλάδων. * * * το [βούρκος] περιοχή με βούρκο …   Dictionary of Greek

  • κάλαμος — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν γιος του ποταμού Μαιάνδρου και φίλος μίας των Ωρών και του Καρπού, γιου του Ζέφυρου. Όταν κάποια μέρα, ενώ κολυμπούσαν και οι τρεις στα νερά του Μαιάνδρου, ο Καρπός πνίγηκε, ο Κ. ζήτησε από τον πατέρα του vα ακολουθήσει …   Dictionary of Greek

  • κοκκινάδα — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 200 μ., 50 κάτ.) της Κέας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Κέας (Ιουλίδος) του νομού Κυκλάδων. * * * η (Μ κοκκινάδα) [κόκκινος] η ιδιότητα τού ερυθρού, κόκκινο χρώμα, κοκκινίλα, ερυθρότητα («τα μάγουλά του χρωματισμένα με …   Dictionary of Greek

  • κουκουβάγια — Οικισμός (20 κάτ.) της Κέας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Κέας (Ιουλίδος) του νομού Κυκλάδων. * * * και κουκκουβάγια, η (Μ κουκουβάγια και κουκουβάγη και κουκουβάϊα και κουκουβία) ονομασία, κοινή σήμερα, νυκτόβιων αρπακτικών γλαυκόμορφων πτηνών… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”